Ίων Δραγούμης: Μια φανταστική έκδοση των «Απάντων» του

Για κάποιες δημιουργικές απαντήσεις στο σημερινό μας αδιέξοδο.

 

 


 

 του ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΜΠΕΚΑΤΩΡΟΥ

 

Ίσως φανεί περίεργο στους πολυπληθείς «διανοουμένους» μας, που τα τελευταία έξι χρόνια βρίσκονται στο γραφείο μου συνεχώς τρείς ογκώδεις φανταστικοί τόμοι «Απάντων» του Ίωνα Δραγούμη που μάλλον θα μπορούσε ο φανταστικός εκδότης και ο επιμελητής των, αυξάνοντάς τους, να τους κάμει ελαφρότερους, για να απλωθεί το εκδοτικό πρόγραμμα στον χρόνο και να ελαφρύνει η δαπάνη (τέτοιες εκδόσεις δεν γίνονται για το κέρδος).

     Μου φαίνεται ολοένα και πιο βαρύνουσα η επικαιρότητα του Ίωνα Δραγούμη (1878-1920) για τον ελληνισμό, η εθνική προσφορά και το εθνικό παράδειγμα ενός Έλληνα με «προσωπική μυθολογία», όπως αναγνώρισε ο Ελύτης. Αυτό, φυσικά, με την προϋπόθεση ότι έχουμε αντιληφθεί το εύρος και το βάθος της πνευματικής και πολιτικής αυτής φυσιογνωμίας των αρχών του 20ου αιώνα, και την πολύτιμη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει η μελέτη ολόκληρου του έργου του που μας άφησε, τώρα, στις αρχές του 21ου. Το 2000 μάλιστα έκλεισαν 80 χρόνια από τον τραγικό φόνο του μέσα στη δίνη του εθνικού διχασμού, ενώ είναι και το έτος που άνοιξε το αρχείο του (το κατατεθειμένο στην πολύτιμη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη) και άρχισε ήδη η μελέτη του. Από το 1986, κυκλοφορούν τα Φύλλα Ημερολογίου, με την υποδειγματική φροντίδα πρωτίστως του Θεόδωρου Σωτηρόπουλου (έχουν δοθεί οι 4 τόμοι και υπολείπονται ακόμη ο Β΄ και ο Γ΄). Νομίζω ότι ήδη αρχίζει να διαγράφεται η εθνική μεγαλοσύνη του Δραγούμη, σε όλες τις διαστάσεις και το βάθος του πνευματικού και πολιτικού προσώπου του, καθαρή και απαραμόρφωτη. Τα εκδοθέντα ημερολόγιά του αλλά και όσα αποσπάσματά τους εδημοσιεύθηκαν προ του 1986 από τον Κλέωνα Παράσχο κ. ά,. η «ανάγνωσή» τους από τον μείζονα αυτόν κριτικό των γραμμάτων μας, που έχει εκδώσει πολυσέλιδη και πολύπτυχη μελέτη για τον Ίωνα Δραγούμη, καθώς και οι καίριες παρατηρήσεις του αδερφού του, Φίλιππου Στ. Δραγούμη (στους προλόγους του), της Φωτεινής Τζωρτζάκη, του Γιώργου Ιωάννου, του Γιάννη Κορδάτου, του Ν. Γιαννιού, του Κωστή Μοσκώφ, του Θεόδωρου Σωτηρόπουλου και του Γιώργου Καραμπελιά, έχουν συμβάλει προς αυτήν την κατεύθυνση.

    Ωστόσο, μόνον όταν εκδοθούν με εγκυρότητα τα «Άπαντά» του, στα πλαίσια βεβαίως κριτικής εκδόσεως (διότι σώζονται τα χειρόγραφα πολλών βιβλίων του), θα γίνει κατορθωτή η ολοκληρωμένη και ακριβοδίκαιη τοποθέτηση του Δραγούμη, δηλ. του έργου και της δράσεώς του (διότι τον λόγο του συμπληρώνει αναγκαίως η πράξη), στο κέντρο των πνευματικών και πολιτικών μας πραγμάτων (που είναι αλληλένδετα). Τότε θα παύσει επιτέλους η παραμόρφωση, παραχάραξη-εξ αριστερών και εξ ακροδεξιών-και η πολιτική ξύλευση της εθνικής του ιδεολογίας (που διήλθε από δοκιμασίες και διέτρεξε περιόδους δίχως να προλάβει και να κατασταλάξει και να κορυφωθεί) και θα δοθεί ακέραιος ο πατριωτισμός του(διότι δεν υπήρξε εθνικιστής, ακόμα και όταν προσδιορίζει ο ίδιος τον εαυτό του ως «νασιοναλιστή», ο όρος που σήμερα δεν του ταιριάζει) αλλά και το λελογισμένο πέρασμά του, λίγα χρόνια πριν φύγει, στον δημοκρατικό σοσιαλισμό. Είναι γνωστό ότι τον προσεταιρίσθησαν κατά καιρούς (όπως και τον πνευματικό αδελφό του Π. Γιαννόπουλο) ποικίλα ακροδεξιά σκύβαλα, που τα τελευταία χρόνια εξέδωσαν μάλιστα και τα δήθεν άπαντά τους με προλόγους γραμμένους κάποτε από φασιστοειδή ή και χουντικά περιτρίμματα εκδόσεις ακαλαίσθητες και πλήρως αφερέγγυες, έτσι που τα έργα να γίνονται ακόμη περισσότερο ανέκδοτα, τη στιγμή που οι παλαιές εκδόσεις και επανεκδόσεις του Φίλιππου Δραγούμη δεν ανευρίσκονται πλέον στο εμπόριο και είναι ελάχιστες οι επανεκδόσεις από έγκυρους εκδότες που κυκλοφορούν. Στην κατάσταση αυτή συνέβαλε-με λίγες μόνον εξαιρέσεις-και η συχνά αγράμματη, σκοταδιστική και κοντόθωρη Αριστερά μας, ιδίως στη μεταπολίτευση, οπόταν και θεώρησε πολύ χρήσιμο πολιτικό εργαλείο την πλήρη αποσύνδεση των εθνικών μας ζητημάτων από το κοινωνικό ζήτημα, χάριν ενός άχρηστου διεθνισμού και ενός άκριτου εκδυτικισμού-εκσυγχρονισμού. Ο πεζογράφος Γιώργος Ιωάννου, φωτισμένος αριστερός ο ίδιος, αλλά και πατριώτης (αριστερός διανοούμενος από τις εξαιρέσεις), σε κείμενό του, καταδικάζει και τις δύο παρατάξεις για την παραχάραξη της μορφής και του έργου του Δραγούμη: η Αριστερά, κατά τον Ιωάννου, μας τον παραδίδει άκρως εθνικιστή, μέγα κομματάρχη της Δεξιάς και του βασιλιά (είναι αλήθεια ότι για τον Κωνσταντίνο με την ξενόδουλη καμαρίλα του είχε κάνει ο Ίων λάθος εκτιμήσεις), μεγαλοαστό, αστικοτσιφλικά, αντιλαϊκό. Η φασιστοειδής Δεξιά τον θέλει δικό της, αμαθής και τυφλωμένη και αυτή όσο και οι αριστεροί που της προσέφεραν τον Δραγούμη εξαφανίζοντάς τον από τη γνήσια πατριωτική και κοινωνική συνείδηση του έθνους και ιδίως της νεότερης γενεάς, για την οποία θα μπορούσε να είχε γίνει πρότυπο Έλληνα και ανθρώπου (νομίζω ότι δεν υπάρχει πια κείμενό του στα «προοδευτικά» σχολεία μας).

     Αν κατείχαμε όλα αυτά τα προαπαιτούμενα, θα βλέπαμε πόσο σημερινός είναι ο Ίων. Είδε την παρακμή της Δύσεως στα τέλη του 19ου αιώνα (όπως και ο διδάσκαλός του Νίτσε),που σήμερα πλέον έχει φθάσει στη σήψη (και μιλώ πάντα για τις πνευματικές και ηθικές αξίες και τον πολιτικό της κυνισμό), χωρίς όμως τη διαλυτική εμπάθεια και την απόλυτη άρνηση του Π. Γιαννόπουλου. Υπήρξε Έλληνας και Ευρωπαίος, με τη βαθύτερη έννοια, και το δείχνει αυτό η καλλιέργειά του, αντλημένη από τα καλύτερα πνεύματά της αρχαιότητάς μας και της Δύσεως, αλλά και από την πνευματική (προσοβιετική) Ρωσία. Τον εφλόγισαν πνευματικά τα εθνικά μας προβλήματα της εποχής εκείνης. Δεν ήσαν, άλλωστε, λιγότερα ή κατά πολύ διαφορετικά από τα σημερινά: Το Μακεδονικό και τα άλλα των Βαλκανίων, το Ανατολικό Ζήτημα, με όλες τις παραφυάδες του, που ακόμη βαραίνουν την εθνική μας υπόσταση (Κύπρος, Αιγαίο). Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότερο, δυστυχώς, με πόσες ομοιότητες και αναλογίες επιστρέφει η ιστορία εδώ γύρω μας, η δική μας ιστορία εξαρτημένη τραγικά από την ιστορία της περιοχής, και ιδίως από Βαλκάνια! Μαζί της επιστρέφει και ο Δραγούμης. Όμως τη σκέψη και την ύπαρξή του τυράννησαν και τα προβλήματα της διοικήσεως του κράτους, η διαφθορά και απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών της εποχής του (που μας ταλανίζει και σήμερα), η οργάνωση της οικονομίας, η εκπαίδευση, το γλωσσικό ζήτημα (υπήρξε κορυφαίος δημοτικιστής, όχι όμως ακραίος) και πάνω απ’ όλα το ζήτημα του πνευματικού μας πολιτισμού και της ιδιοπροσωπείας μας. Ακόμη και ζητήματα της Ελλαδικής Εκκλησίας αλλά και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που το σεβόταν ιδιαίτερα λόγω της μεγάλης πολιτικής του σημασίας για τον ελληνισμό (αντίθετα από σημερινούς ιεράρχες που διαστρέφουν, εθνικοποιώντας και εκκοσμικεύοντας, το μήνυμα του Χριστού). Οι προτάσεις και ο προβληματισμός που κατέθεσε, δεν ήσαν πράγματα αβασάνιστα, και αν δεν είχαν στην εποχή του την απήχηση  που τους άξιζε, από τους πολιτικούς και τον λαό (κυριαρχούσε τότε το μέγα ανάστημα του Βενιζέλου, του  οποίου δυστυχώς υπήρξε πολιτικός αντίπαλος),  είναι ακόμη τόσο πολύ επίκαιρες, ώστε να μας ενδιαφέρουν ζωηρά και σήμερα, διότι μπορούν να ανοίξουν έναν δημιουργικό δρόμο μέσα στο ζοφερό μας αδιέξοδο.

 

Δημοσιεύτηκε στην  εφημερίδα Η ΑΥΓΗ , Πέμπτη 30 Αυγούστου 2001.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις