«Δεν ξεχώρισα ποτέ το θέατρο από τη ζωή»
Ο Έρωτας και το Πένθος της Μαρίκας Κοτοπούλη για τον Ίωνα Δραγούμη και (οριστική;) ταυτοποίηση αρχειακού φωτογραφικού υλικού της ΑΣΚΣΑ.
Του ΝΩΝΤΑ ΤΣΙΓΚΑ
Έχει απομείνει στη μνήμη μας η εικόνα της Πηνελόπης Δέλτα ως της Κυρίας με τα Μαύρα. Η ίδια γράφει πως φόρεσε τα μαύρα (για να μην τα ξαναβγάλει ποτέ ως τον θάνατό της) από τη μέρα εκείνη του 1908 στην Πόλη που η ίδια έδωσε οριστικό τέλος στον (αλλοπρόσαλλο όσο και ανολοκλήρωτο) έρωτά της με τον Δραγούμη· έναν έρωτα που κρατούσε από τις μέρες της Αλεξάνδρειας του 1905 .
Την ίδια ακριβώς χρονιά ο Δραγούμης θα συναντηθεί με την ηθοποιό Μαρίκα Κοτοπούλη και τον γεμάτο πάθος έρωτά τους δεν θα σβήσει παρά μονάχα ο θάνατός του στις 30 Ιουλίου του 1920.
H θυελλώδης και πολυκύμαντη ερωτική σχέση του Δραγούμη με την, κατά πολύ νεώτερή του και διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας ηθοποιό, Μαρίκα Κοτοπούλη θα δημιουργήσει προβλήματα και διαρκείς προστριβές με το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον του, καθώς αυτό δεν εγκρίνει τη σχέση αυτή. Δεν μπορούν να του επιτρέψουν να παντρευτεί «τη θεατρίνα», μια γυναίκα ενδεχομένως «ελαφρών ηθών» και (φυσικά…) κατώτερης κοινωνικής τάξης. Παραβλέπουν πάντως το σπουδαίο ταλέντο, την έντονη και κάποιες φορές πρωτοποριακή, μέχρι εκείνη τη στιγμή, διαδρομή στην ελληνική θεατρική σκηνή της νεαρότατης ηθοποιού, που πρόκειται να αναδειχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ηθοποιούς του 20ού αιώνα.
Ο Δραγούμης ύστερα από δυο τουλάχιστον αποτυχημένες προσπάθειες να παντρευτεί τη Μαρίκα Κοτοπούλη, αποχωρεί οριστικά από τον πατρικό σπίτι, παραιτείται από κάθε κληρονομικό δικαίωμα και αποφασίζει να συζήσει μέχρι το θάνατό του με την αγαπημένη του. Από το σπίτι της αναχωρεί πηγαίνοντας να συναντήσει τους λιντσαριστές και δολοφόνους του μπροστά από το στρατόπεδο του Θων.
Λέγεται πως πέρασαν αρκετές μέρες (σχεδόν μήνας...) ώσπου οι δικοί της να επιτρέψουν να πληροφορηθεί η Κοτοπούλη τον θάνατο του αγαπημένου της. Δεν την θεωρώ πιθανή μια τέτοια εκδοχή. Ίσως να κατάφεραν να την ξεγελάσουν για λίγο, λέγοντάς της πως «κρατούν και πάλι τον Ίωνά της δεσμώτη», πως «τον εκτόπισαν εκ νέου», όμως «σε άγνωστο τούτη τη φορά μέρος» κ.λπ. Βέβαια, την απομάκρυναν αμέσως από το σπίτι της οδού Ξενίας στους Αμπελόκηπους, όπου συζούσαν με τον Δραγούμη, φοβούμενοι μήπως δεχόταν κι αυτό επίθεση από τον οργισμένο όχλο των βενιζελικών, που κινούνταν υπό την απόλυτη κάλυψη των Ταγμάτων Ασφαλείας του Παύλου Γύπαρη και της παρακυβέρνησης του Σήφη Κούνδουρου τις σκοτεινές εκείνες μέρες.
Το γεγονός πως το θέατρό της στο κέντρο της Αθήνας είχε βανδαλιστεί και σχεδόν καταστραφεί εκ θεμέλιων δικαιολογούσε απολύτως έναν τέτοιο φόβο. Μπορεί προσωρινά να κατάφεραν να της κρύψουν και τις εφημερίδες που, έστω και ελεεινά λογοκρινόμενες (οι αντιβενιζελικές) ή ηλιθιωδώς διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα (οι φιλοκυβερνητικές), αποκάλυπταν από την επομένη κιόλας του φόνου το φρικτό γεγονός. Ο βαρύς κλήρος της αναγγελίας του λυπηρού γεγονότος έπεσε κατ’ άλλους στον Γεώργιο Βλάχο της «Καθημερινής», κατ’ άλλους –πράγμα που θεωρώ πιθανότερο–στον επιστήθιο φίλο του Δραγούμη και εραστή της Κοτοπούλη για μικρό διάστημα, τον Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη.
Ο Φρέντυ Γερμανός, στην «Εκτέλεση», μας δίνει μια γεύση από τα επιγενόμενα: «Η Κοτοπούλη μένει για μια στιγμή ακίνητη – ύστερα ορμάει στο πάτωμα κι αρχίζει να γδέρνει με τα νύχια της τα σανίδια. Τα νύχια της γεμίζουν αίμα – το ξύλο μπαίνει βαθιά μέσα στα νύχια της. “Ποτέ άλλοτε δεν ένιωσα τόσο βαθιά τον θάνατο μέσα μου”».
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς η Κοτοπούλη θα εξομολογηθεί: «Την ώρα που είχα πέσει στο πάτωμα κι έγδερνα τα σανίδια σκεφτόμουν βαθιά μέσα μου – ίσως πάρα πολύ βαθιά μέσα μου: «Άραγε στην “Ηλέκτρα” , την ώρα που μαθαίνω ότι πέθανε ο Ορέστης και φωνάζω “Ορέστη- Ορέστη”, παίζω τόσο καλά τη σκηνή;»
Τίποτε άλλο δεν θα ταίριαζε καλύτερα με το παραπάνω όσο εκείνο που είπε πολύ αργότερα, το 1929, σε μια συνέντευξη εφ’ όλης τη ύλης στον Κωστή Μπαστιά:
«Δεν ξεχώρισα ποτέ το θέατρο από τη ζωή».
Τελευταία παράσταση που παίχτηκε στο θέατρο της Κοτοπούλη τον Ιούλιο του 1920 ήταν η «Πράσινη Κουρτίνα». Από τον Αύγουστο πέφτει η μαύρη αυλαία σ’ ένα κομμάτι της ζωής της Μαρίκας κι έτσι δεν κρατά πια μονάχα η Δέλτα το ενδυματολογικό μονοπώλιο. Η Κοτοπούλη φορεί κι εκείνη μαύρα, και κάτι ακόμα: υποδύεται και ταυτόχρονα ζει τον θρήνο της για τον Δραγούμη...
Ο Δραγούμης νεκρός και το θέατρό της κατεστραμμένο. Η ζωή της ερημωμένη. Πρέπει ν’ αρχίσει ξανά. Αλλά πρώτα θα πρέπει «να αδειάσει» από το πένθος. Ο εραστής της –ήδη από τα χρόνια της εξορίας του Δραγούμη στην Κορσική– ο κατά τέσσερα χρόνια νεότερός της Αλεξανδρινός, Γιώργος Χέλμης (1891-1975), δεν θ’ αργήσει να μπει επίσημα στη ζωή της. Θα παντρευτούν το 1923.
Τώρα όμως, η Κοτοπούλη αναχωρεί για ένα ταξίδι στη Ρώμη. Τη συνοδεύουν η δημοσιογράφος Μαρία Καραβία, με την οποία η Μαρίκα διατηρεί ιδιαίτερη σχέση, οι δυο αδελφές της και ο Μήτσος Μυράτ. Εκεί η Κοτοπούλη ξαναζεί στιγμές δυνατές του περασμένου βίου της με τον Ίωνα, καθώς τον Οκτώβριο του 1909 την είχαν επισκεφθεί μαζί. Βαδίζει στους ίδιους τόπους που ξυπνούν τις αγαπημένες μνήμες. Θα επιστρέψει από τη Ρώμη πριν από τα Χριστούγεννα του 1920. Το θέατρο έχει επισκευαστεί και είναι έτοιμο. Οι ηθοποιοί της είναι έτοιμοι να ανεβάσουν παραστάσεις από το παλιότερο δραματολόγιο, χωρίς την ίδια επί σκηνής.
Τον Απρίλιο του 1921 η Κοτοπούλη, με τη συνοδεία και πάλι της φίλης της Μαρίας Καραβία, θα αναχωρήσει ξανά για τη Ρώμη. Τούτη τη φορά προσκεκλημένη από τον διπλωμάτη και παλιό πρέσβη της Ιταλίας στην Αθήνα, τον κόμη Μποσδάρι.
Από μια συνέντευξή της, που δόθηκε πιθανότατα τον Ιούνιο του 1921 στην εφημερίδα «Πρωτεύουσα» της Αθήνας αντλούμε αρκετές πληροφορίες: Η Κοτοπούλη, όσο βρίσκεται στη Ρώμη φιλοξενούμενη του Μποσδάρι, επισκέπτεται στο σπίτι του στον Παλατίνο Λόφο τον διάσημο καθηγητή της Αρχαιολογίας Τζιάκομο Μπόνι (1859-1925) που είχε ανασκάψει ολόκληρη σχεδόν τη Ρώμη. Στο σπίτι του Μπόνι παρευρίσκεται και ο διευθυντής του υπουργείου Παιδείας. Ζητούν από την Κοτοπούλη να τους απαγγείλει κάτι κι εκείνη ανταποκρίνεται με προθυμία. Οι παριστάμενοι συγκινούνται βαθιά. Ο διευθυντής του υπουργείου τις επόμενες μέρες την παρουσιάζει στον σημαντικό πολιτικό παράγοντα της ιταλικής Βουλής, Λουίτζι Λουτσάτι, που είχε διατελέσει και πρωθυπουργός τη χώρας (1910-11).
Κατά την περίοδο αυτή πραγματοποιείται στις Συρακούσες το δεύτερο Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Θεάτρου στο Teatro Greco di Siracusa. Το πρώτο είχε πραγματοποιηθεί το 1914. Η διεξαγωγή του τα επόμενα χρόνια διακόπηκε εξαιτίας της προετοιμασίας και αργότερα του ξεσπάσματος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Χορηγός και εμπνευστής του είναι ο κόμης Μάριο Τομάζο Γκαργκάλο (1886-1956). Τις παραστάσεις καθοδηγεί και διδάσκει στους ηθοποιούς ο ελληνιστής καθηγητής Φιλολογίας και συνθέτης Έκτορας Ρομανιόλι (1871-1938).
Το ξενοδοχείο Cavour Grand Palace των Συρακουσών.
Η Καραβία παρακινεί επίμονα την Κοτοπούλη να παρευρεθούν στις εκδηλώσεις. Ο Λουτσάτι εφοδιάζει την Ελληνίδα τραγωδό με συστατική επιστολή για τον Γκαργκάλο κι έτσι αυτή αναχωρεί με τη συνοδό της για τις Συρακούσες. Καταφθάνουν στην πόλη στις 17 Απριλίου υπό βροχή και κατευθύνονται αμέσως προς το θέατρο. Η Κοτοπούλη παραδίδει τη συστατική επιστολή στον Γκαργκάλο κι εκείνος της ζητά να συναντηθούν μετά την παράσταση που παρακολουθούν (τις «Χοηφόρες» του Αισχύλου).
Την επομένη η Μαρίκα και η σύντροφός της, ενώ γευματίζουν στη Βίλα Πολίτι (πολυτελές ξενοδοχείο της πόλης και σήμερα), δέχονται την επίσκεψη μιας Ελληνίδας, η οποία «εν θριάμβω» –όπως μαρτυρεί η ίδια η Κοτοπούλη– τις οδηγεί στον κόμη Γκαργκάλο που, κατά τα φαινόμενα, είχε κινήσει γη και ουρανό μέχρι να τις εντοπίσει στην πόλη. Η κουστωδία αναχωρεί για το θέατρο, όπου η Κοτοπούλη διακρίνει ανάμεσα στους θεατές τον Φίλιππο Μαρινέτι, εισηγητή του φουτουρισμού και διαπρύσιο εκπρόσωπο του φασισμού στην Ιταλία.
Μπροστά σε ολιγάριθμους δημοσιογράφους, λόγιους ανταποκριτές και συγγραφείς, στις 11 το πρωί της 18ης Απριλίου, η Μαρίκα Κοτοπούλη, φορώντας μαύρα, κατευθύνεται προς τη θυμέλη, στο μέσον της ορχήστρας του θεάτρου, και απαγγέλλει αποσπάσματα από την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη και μέρος του ρόλου της Κλυταιμνήστρας από τον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου, ενθουσιάζοντας το κοινό.
Η αφίσα του Δεύτερου Φεστιβάλ
Αρχαίου ελληνικού θεάτρου των Συρακουσών (1921).
Της ζητούν να απαγγείλει και απόσπασμα από την Ηλέκτρα των «Χοηφόρων», αλλά εκείνη, θέλοντας να αποφύγει τη σύγκριση με την πρωταγωνίστρια Τερέζα Φραντσίνι που ερμήνευε εκείνες τις μέρες τον ρόλο στις παραστάσεις των Συρακουσών (ή μήπως επειδή φοβόταν πως δεν θα κατάφερνε να φτάσει στο ερμηνευτικό ύψος των στιγμών του θρήνου για τον δικό της Ορέστη, γδέρνοντας το πάτωμα και ματώνοντας τα χέρια της;), αποφασίζει να ανταποκριθεί, υπό τον όρο ότι θα την ακούσει μονάχα ένας θεατής... Αυτός δεν θα είναι άλλος από τον θρυλικό Ρομανιόλι. Εκείνος ενθουσιάζεται και της ζητά (αίτημα που θα επανέλθει και χρόνια αργότερα επισήμως από τη διοργανώτρια επιτροπή του φεστιβάλ) κάποια μελλοντική συνεργασία με τον θεσμό των Συρακουσών.
Η Μαρίκα Κοτοπούλη ντυμένη στα μαύρα, πλάι στην θυμέλη του Αρχαίου ελληνικού Θεάτρου των Συρακουσών, απαγγέλει το πρωί της 18ης Απριλίου 1921 μπροστά σε ολιγοπληθές κοινό ανταποκριτών, δημοσιογράφων συγγραφέων, αποσπάσματα από την Ιφιγένεια Εν Αυλίδι και τον Αγαμέμνονα (τα μέρη της Ιφιγένειας και της Κλυταιμνήστρας). Συλλογή Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη – Φωτογραφικό Ιστορικό Αρχείο Α.Σ.Κ.Σ.Α. [αριθ. τεκμηρίου: 7328].
Η Κοτοπούλη θα επιστρέψει στην Αθήνα πριν από το Πάσχα του 1921, καθώς τον Μάιο
διεξάγονταν εθνικές εκλογές στη Ιταλία (που αποδείχτηκαν καθοριστικές για την
άνοδο στην εξουσία των φασιστών και του Μπενίτο Μουσολίνι). Στη σκηνή όμως θα
ξανανέβει ύστερα από αποχή ενός χρόνου, στις 19 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς, με
το έργο «Ζήτω η ζωή» του Χέρμαν Σούντερμαν. Από τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη
–το ομώνυμο θέατρο πλέον τελεί «υπό την αιγίδα του κράτους» και μετονομάζεται
σε «Βασιλικόν Θέατρον»– ανεβαίνει δραματολόγιο με δεκαοκτώ τίτλους. Την
προηγούμενη χρονιά, καθώς οι παραστάσεις διακόπηκαν με βίαιο τρόπο στο τέλος
Ιουλίου, το δραματολόγιο περιλάμβανε μόλις οκτώ έργα.
Viva la vie! λοιπόν! Εξ άλλου ο Δραγούμης, οκτώ σχεδόν μήνες πριν το θάνατό του, μέσα από το ημερολόγιό του στη Σκόπελο, είχε «προφητέψει»:
Τὸ παράπονο τοῦ πεθαμένου. Στὴ γῆ εἶμαι καὶ μὲ τρώει τὸ σκουλήκι. Ποιός μὲ θυμᾶται; Μνημόσυνα μοῦ κάνουν στὶς 40 μέρες καὶ ἔπειτα γιὰ τὸ χρόνο καὶ ἔπειτα γιὰ δυό τρία χρόνια ἀκόμη, στὸν τάφο μου ποὺ μοῦ ρίχνουν λουλούδια. Ἀριά καὶ πού κανένας φίλος ἤ συγγενής, ἤ φίλοι μοῦ ρίχνουν ἀπὸ κανένα λουλούδι στὸ μνῆμα, ἤ νοερῶς, σύντομα, στιγμιαία μνημόσυνα. Κανείς δὲν ἦλθε μαζί μου στὸ χῶμα. Αὐτοί εἶναι ζωντανοί ἀκόμα. Κυκλάμινο ἀποσκιερό φύτρωσε μιὰ μέρα φθινοπωρινή στὸ μνῆμα μου κοντά καὶ τὸ στόλισε, ἄθελά του κι αὐτό.
Ὅσοι ἔμειναν ζωντανοί τοὺς παίρνει ἡ ζωή καὶ τοὺς στριφογυρίζει στὸν τρελλό χορό της καὶ γρήγορα, πολύ γρήγορα γιάτρεψε τὴν πληγή τους γιὰ τὸ θάνατό μου*.
[*Ίων Δραγούμης, Φύλλα ημερολογίου ΣΤ΄(1918-1920), Έγγραφή της 2 Νοεμβρίου 1919, Ερμής 1987, επιμ. Θ. Ν. Σωτηρόπουλος, σελ. 140-141].
«Ζήτω η ζωή». Η παράσταση με την οποία η Μαρίκα Κοτοπούλη ξανανέβηκε στο σανίδι του θεάτρου, τον Αύγουστο του 1921.
ΠΗΓΕΣ-ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Ανεμογιάννης Γιώργος, Μαρίκα Κοτοπούλη — Η φλόγα, Έκδοση Μουσείου και Κέντρου Μελέτης του Νεοελληνικού Θεάτρου, Αθήνα 1994.
Γεωργοπούλου Εύα [Πρόλογος επιμέλεια]. Μαρίκα Κοτοπούλη, Έκφρασις, Σκέψη-Χρόνος-Δημιουργοί, εκδόσεις Καστανιώτη 2001.
Γκίνη Ελένη, Ο παράφορος έρωτας με τον Ίωνα Δραγούμη, στο: Μαρίκα Κοτοπούλη, Επτά ημέρες της «Καθημερινής», 19.1.2003, σ.σ. 29-31.
Δελαπόρτας Μάκης, Μαρίκα Κοτοπούλη, Η Καθημερινή, 2021.
Δελβερούδη Ελίζα–Άννα, στο: Μαρίκα Κοτοπούλη, Εικοσιπέντε χρόνια από τη ζωή της, 1887-1912. Σχέδιο βιογραφίας, Μνήμων, Tόμος 12ος, 1989, σ.σ. 43-66.
Δελβερούδη Ελίζα-Άννα: «Διαθέσεις ψυχής». Το Βήμα, 8.3.1987, σελ. 45.
Διβάνη Λένα, Ίων Δραγούμης, Πηνελόπη Δέλτα και Μαρίκα Κοτοπούλη – Ο Άμλετ, Η Κυρία και η Θεατρίνα, σελ.265-326 στο: Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας, Εκδόσεις Πατάκη, 2019.
Δραγούμης Ίων, Τα «κρυμμένα» ημερολόγια, Οκτώβριος 1912 - Αύγουστος 1913, (Εισαγωγή-Επιμέλεια-Σχόλια: Νώντας Τσίγκας, Πατάκης 2021.
Ηλιάδης Φρίξος, Μαρίκα Κοτοπούλη-βιογραφικό corpus, Δωρικός, Αθήνα 1996.
Κοτοπούλη Μαρίκα, Δεν ξεχώρισα ποτέ το θέατρο από τη ζωή, μια συνομιλία της Μ.Κ. με τον Κωστή Μπαστιά, στο: Μαρίκα Κοτοπούλη, Έκφρασις-Σκέψη-Χρόνος-Δημιουργοί, Πρόλογος -Επιμέλεια Έφη Γεωργουσοπούλου, εκδόσεις Καστανιώτη 2001, σελ. 23-46. [Η συνομιλία πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ελληνικά Γράμματα, που διηύθυνε ο Κ. Μπαστιάς, στα: τχ. αρ.39 (15 Ιανουαρίου 1929), σελ. 141-147, τχ. αρ. 40 (1 Φεβρουαρίου 1929), σελ. 141-147, τχ. αρ. 41 (15 Φεβρουαρίου 1929), σελ. 242-248, Έτος Δ' 1929, Αθήνα].
Κυριακάκη Μαριάννα, Μαρίκα Κοτοπούλη, Koυΐντα Art e-Magazine, Βιογραφικά-Θεατρικά, 3.11.2006. Aνακτήθηκε από: [https://www.koyinta.gr/el/theatro/viografies/%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%B1-%CE%BA%CE%BF%CF%84%CE%BF%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B7.html]
Λεπενιώτης Αντώνης Ν., Ίων Δραγούμης-Μαρίκα Κοτοπούλη-Μήτσος Μυράτ «Η ανατομία μιας πολιτικοθεατρικής Δυναστείας», Τόμος Α΄, έκδοση Αντώνη Λεπενιώτη, Αθήνα 1996.
Μαρίκα Κοτοπούλη, Ίων Δραγούμης, Πηνελόπη Δέλτα-Αταίριαστο Πάθος δια τρία, περιοδικό Gentleman της Καθημερινής (GK) , τ. 20, Ιούνιος 2009 , σ.σ. 126-131 & 156.
Πανταζόπουλος Γιάννης, Ο θυελλώδης έρωτας και το πένθος της Μαρίκας Κοτοπούλη για τον Ίωνα Δραγούμη- Ο συγγραφέας Νώντας Τσίγκας φωτίζει άγνωστες πτυχές της σχέσης τους μέσα από τα ημερολόγια του Δραγούμη που επιμελείται και πρόκειται να εκδοθούν σύντομα από τον Πατάκη. Lifo 27.12.2020, https://www.lifo.gr/articles/book_articles/307348/o-thyellodis-erotas-kai-to-penthos-tis-marikas-kotopoyli-gia-ton-iona-dragoymi
Παπαλουκάς Χαράλαμπος, Χρηστουλάκης Χρήστος ̶ Ίων Δραγούμης ̶ Μαρίκα Κοτοπούλη, εκδόσεις book station, 2019
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να τηρούνται οι κανόνες της πολιτικής σχολίων που ισχύουν. Σχόλια με υβριστικό, προσβλητικό ή παρόμοιο περιεχόμενο δεν γίνονται αποδεκτά και επομένως θα διαγράφονται.