«Πρόδρομος καὶ πρωταθλητής, κατηχητὴς καὶ εὐαγγελιστὴς τῆς πραγματώσεως ὡραίων ὀνείρων»…


 


Ο γαριβαλδινός αγωνιστής των βαλκανικών πολέμων (Εἶδα τὸν Μαβίλη νὰ πεθαίνει, κι ἐγώ ἔζησα...), ο καθαρευουσιάνος συνομιλητής των δημοτικιστών, ο πατριδολάτρης, αισθητής, ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, δημοσιογράφος και διανοητής  Νίκος Καρβούνης (1880-1947), συγκαιρινός του Δραγούμη και πνευματικός, τότε, συνοδοιπόρος του,  έγραψε τον πλουσιότερο και πλέον συγκλονιστικό, κατά την ταπεινή μου γνώμη, αποχαιρετισμό στον Δραγούμη μετά τη δολοφονία του. Το κείμενο δημοσιεύθηκε σε επιμνημόσυνο φύλλο της «Καθημερινής» όμως παραμένει εν πολλοίς άγνωστο και παραγνωρισμένο, σχεδόν αθησαύριστο*,  όπως το έργο του Νίκου Καρβούνη εν όλω, μετά «το ατόπημά» του (;) να προσχωρήσει στην αριστερά κατά τη δεκαετία του ΄30 και να συνδράμει από τους πρώτους την Κυβέρνηση του βουνού στην Κατοχή. Για τον Καρβούνη γράφει ο Αργύρης Κμανιώτης στην Επιθεώρηση Τέχνης, Φεβρουάριος 1962, αρ. 81, σελ. 149-164:

Πραγματικά, ἄν καλοεξετάσει κανείς τὴ βιογραφία τοῦ Καρβούνη, θὰ διαπιστώσει πὼς ὅλη του ἡ ζωή πέρασε μέσα σέ μιάν ἀδιάκοπη ἀναζήτηση, σὲ μιὰν περιπετειώδικη περιπλάνηση ψυχική, πνευματική, ἰδεολογική. Ἡ ζωή του εἶναι ἕνα «πολύπλαγκτο» ταξίδι, σωματικά καὶ πνευματικά. Γύρισε χώρες, γνώρισε τόπους μακρυνοὺς καὶ κοντινούς, ἀνέβηκε σὲ βουνά κακοτράχαλα σὰν πολεμιστὴς καὶ φυσιολάτρης, μπῆκε μέσα στὸν καπνὸ τῆς μάχης στὰ μέτωπα τῶν Βαλκανικῶν καὶ Μικρασιατικῶν πολέμων σὰν μαχητής καὶ δημοσιογράφος καὶ πατριώτης. Ζήτησε στοὺς κόσμους τῆς μουσικῆς καί τοῦ βιβλίου τὴν ἀπολύτρωση καὶ τὴν ἱκανοποίηση τῆς δίψας του. Καί πνευματικά δὲν στάθηκε πουθενά, ὥσπου νὰ βρεῖ στὴν Ιθάκη τῶν ὀνείρων του, τό λαό, τὴν ἀληθινή πατρίδα. Πλεύρισε σὲ πολλά ἀκρογιάλια τῆς σκέψης, ἄλλαξε πολλές ἰδεολογίες, ἔκανε ἀμέτρητες ἀναθεωρήσεις. Μεγαλοϊδεάτης, δημοτικιστής, βενιζελικός, σοσιαλιστής, ἰδεαλιστής, θεοσοφιστής, τεκτονιστής, ἀγροτιστής, μηδενιστής. Πουθενὰ δὲν στάθηκε, ἀναζητώντας μέσ’ ἀπ’ τὰ βάθη τῆς ἁγνῆς, τῆς ἀκέριας, τῆς πνευματικῆς κ’ εὐγενικής του ἰδιοσυγκρασίας τὴν Αλήθεια, τὴν Ἰθάκη του. Ὅταν τὴ βρῆκε ἀνέβηκε μὲ νέα ὁρμή στὴν πιὸ ψηλή κορφή της, ἔγινε παλληκάρι, ἔφηβος, ἀναστήθηκε μέσα του ὁ παλιὸς ὀρειβάτης καὶ γαριβαλδινός καὶ σάλπισε ἀπὸ τὶς βουνοκορφές τῆς Γκιώνας τὸ θούριο τῆς χιλιάκριβῆς της λευτεριᾶς «Στ’ ἄρματα, στ’ ἄρματα, ἐμπρὸς στὸν Ἀγῶνα...». (Περισσότερα ΕΔΩ ).



                                               Ο Ν. Καρβούνης με τον Δ. Χατζή στο βουνό.

 

 

[ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ]

 

 

«Εξέλεξε δι’ ἑαυτὸν τό καθήκον

δωρούμενος εἰς ἄλλους τὴν δόξαν».

ΚΑΡΝΤΟΥΤΣΗ

 

           Μακάριοι οἱ ἐκλεκτοί, τῶν ὁποίων ὁ θάνατος, εἴτε ὡς πρᾶξις ὑπερτάτη ἡρωϊκή, εἴτε ὡς μαρτυρίου θυσία, πολύκρουνον δημιουργεῖ πηγὴν ζωῆς δι’ ὅσους ἀφίνουν ὀπίσω των καὶ διὰ τὰς γενεάς τῶν ἐπερχομένων. Πεσόντας, τοὺς ἐναγκαλίζεται ἡ ἀθανασία τῆς ἐθνικῆς ἀναμνήσεως καὶ ἡ μνεία τοῦ βίου των καὶ τοῦ ἔργου των, καταλαμπομένη ἀπὸ τὴν ἡρωϊκὴν ἢ μαρτυρικὴν ἐπισφράγισίν των, ἐξυψώνει τὸν νοῦν καὶ πτερώνει τὰς ψυχὰς πρὸς γόνιμον μέλλον. Ἀναζοῦν εἰς πᾶσαν εὐγενεστέραν ἐκδήλωσιν τῆς ζωῆς τῆς ἀνθρωπίνης ὁμάδος, εἰς τὴν ὁποίαν ἀνῆκον, καὶ τοῦ βίου των ὁ τερματισμὸς ἀποτελεῖ πολλαπλασίαν ἀπόδοσιν ὀφειλῆς εἰς τὴν ἐξελισσομένην αἰωνιότητα τῆς παγκοσμίου ζωῆς.

         Ὁ ὑπέρτατος Νόμος, ὁ διέπων τὰ πάντα, ἡ Σοφία, ἡ ἀπὸ τοῦ θρόνου τῆς αἰωνιότητος ἐφορεύουσα ἐπὶ τὸν κόσμον, ὁ Νοῦς ὁ ἀνὰ τὸ σύμπαν διάχυτος ὡς ἀπόλυτος ἁρμονία καὶ τοῦ ὁποίου ἡ ἄτεγκτος γαληνότης καθοδηγεῖ καὶ τ’ ἀνθρώπινα πρὸς τὴν προωρισμένην αὐτῶν ἀνέλιξιν καὶ τελειοποίησιν ἡ φωτεινή Θέλησις, τὴν ὁποίαν οἱ νωθροί τὸν νοῦν καὶ στενοὶ τὴν καρδίαν Μοίραν καλοῦν, προώρισεν ὡς τελείωσιν μιᾶς ζωῆς, ἡρωϊκῆς εἰς ἔργον, τὸν στέφανον τοῦ μαρτυρίου. Διὰ τὸν Ἰωάννην Δραγούμην ὁ θάνατος ἐμφανίζεται ὑπὸ τὴν μορφὴν τοῦ ἐλευσινίου Πλούτωνος, τοῦ ὡραίου ἐφήβου Εὐβουλέως, τοῦ ἀπαγαγόντος τὴν Κόρην Ζωὴν εἰς τὰ ὑποχθόνια βασίλειά του, διὰ ν’ ἀναβλαστήσῃ πολύμορφος εἰς ἐαρινὰ ἄνθη ἀρετῆς καὶ ἁδράν θερινήν καρποφορίαν ἔργων ἀπὸ τὰ στήθη ὅσων τὸ τέλος του συνετάραξεν. Ὄργανα τυφλά τοῦ πνεύματος τῆς κραιπάλης τῶν τριόδων κατέρριψαν αἱμόφυρτον τὸν ἀφιερώσαντα πᾶσαν του σκέψιν καὶ πρᾶξιν εἰς τὸν βωμὸν τῆς φυλῆς του, μίαν ἡμέραν, ἀπὸ τῆς ὁποίας θ’ ἀποσκέπῃ ἐσαεὶ τὸ πρόσωπον ἡ Ἑλλάς. Καὶ δὲν ἦτο βεβαίως τυχαία ἡ ἐκλογὴ τῶν θυτῶν ἀπὸ τὴν διέπουσαν τ’ ἀνθρώπινα ὑπερτάτην βουλήν: ἡ ἀντίθεσις ἐμεγάλυνε τὴν σημασίαν τῆς θυσίας καὶ ἐνέτεινε τῆς ἀναμνήσεώς της τὴν γονιμότητα· οἱ μάρτυρες ἔσχον πάντοτε θύτας τοὺς ταπεινοτέρους ἐκπροσώπους τῆς ἠθικῆς καταπτώσεως, ἡ ὁποία ἐσφαγίασεν αὐτούς.

*

        Εἰς τὴν ἀκμὴν τοῦ βίου ἀφαρπασθεὶς ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος ὁ Ἰωάννης Δραγούμης, εἰς κρισιμωτάτας τοῦ Ἔθνους στιγμάς, καθ’ ἅς μετ’ ἐμπιστοσύνης καὶ ἐλπίδων ἀπέβλεπεν ἡ Χώρα πρὸς τὴν ἄσπιλον ἀρετήν του, τὴν ἀδιατάρακτον ὑπὸ παθῶν εὐγένειαν τοῦ ἤθους του καὶ τὴν πολύτιμον γνῶσιν του, ἀφίνει ἀσυμπλήρωτον ἔργον, τοῦ ὁποίου τοὺς καρποὺς ἔδρεψε πολλάκις ἡ Ἑλληνικὴ ὁλότης, ἀγνοοῦσα τὸν τίμιον καλλιεργητήν. Γόνος οἴκου λαμπρυνομένου ἀπὸ τὰ ἐμβλήματα τῆς εὐγενείας ἐθνικῶν ὑπηρεσιῶν, ἀνελλιπῶς ἐπὶ τρεῖς ἀλληλοδιαδόχους γενεάς, ὑπῆρξε πιστὸς εἰς τὰς παραδόσεις αὐτοῦ. Συγκιρνῶν ἐν ἑαυτῷ, εἰς εὐτυχῆ μίξιν, τὸ πνεῦμα τοῦ βορειοελληνικοῦ ἠπειρωτικοῦ θετικισμοῦ, κληροδότημα τοῦ προγονικοῦ αἵματός του, πρὸς τὴν ἀκαταμάχητον ἐπήρειαν τοῦ Ἀττικοῦ περιβάλλοντος, ὑπὸ τὸ φῶς καὶ τὸ θάλπος τοῦ ὁποίου δύο γενεαί τοῦ οἴκου του ἠνδρώθησαν πρὸ αὐτοῦ, εἶχε τὸ δῶρον τοῦ ὁραματισμοῦ εὐγενῶν ὀνείρων ἀλλὰ καὶ τὴν δύναμιν τῆς τελεσιουργοῦ δράσεως. Ἡ ἄνετος, ἀλλὰ ματαία καὶ χαῦνος νωθρότης τῶν οὐτοπικῶν ὀνειροπολήσεων, ἡ σπασμωδικὴ ἀλλὰ ταχέως ἐκπνέουσα μέθη τῶν ἐνθουσιασμῶν, ἡ δυνατότης τῆς ἐκ περιτροπῆς προσαρμογῆς καὶ προσηλώσεως πρὸς ὅ,τι προσκαίρως λάμπον θαμβώνει τοὺς ἔχοντας ἀμβλείαν τὴν διανοητικὴν ὅρασιν, ἡ καλουμένη πολιτικὴ εὐστροφία, γενέτειρα τῆς δημαγωγίας διὰ τοὺς ἔχοντας καὶ τὸ ἠθικὸν βάθρον ἀσθενές, —πάντα ταῦτα ἦσαν ξένα πρὸς τὴν φύσιν του. Ἔχων ὡς κλῆρον οἰκογενειακὸν ἀκραιφνῶς ἑλληνικὴν ἀγωγὴν καὶ τυχών μορφώσεως θετικῆς ἐστερέωσεν ἐπ’ αὐτῶν τὸ πολυτιμότερον τῶν γνωρισμάτων ἑνὸς ἀνδρὸς— ἕνα χαρακτήρα.

        Μὲ τοιαύτην ψυχοσύνθεσιν καὶ τοιαῦτα βασικὰ ἐφόδια εἰσῆλθεν εἰς τὸ πολύβοον ἀμφιθέατρον τοῦ βίου, ὄχι ὡς θεατής ἀπὸ τῶν κερκίδων, ἀλλ’ εἰς τὸν στίβον, ὡς ἀγωνιστής. Ἡ σταδιοδρομία του ἔχει κάποιαν ὁμοιότητα πρὸς τὴν αὐστηράν ἐξέλιξιν τῶν παλαιῶν ἱπποτῶν: ἐτέλεσε τὴν ἀγρυπνίαν τῶν ὅπλων εἰς τὸν ναὸν τῆς μελέτης τῶν ἐθνικῶν περιπετειῶν καὶ ὅταν ἀνέτειλε δι’ αὐτὸν ἡ ἡμέρα τοῦ ἔργου εἶχεν αἰσθανθῇ βαθέως καὶ ἐγνώριζεν ὅτι ἡ ζωὴ εἶνε Πρᾶξις καὶ Καθῆκον καὶ ὅτι οὐδεμία πρᾶξις εἶνε ὑψηλοτέρα τῆς τεινούσης πρὸς τὴν ἐξύψωσιν καὶ βελτίωσιν καὶ εὐδαιμονίαν τῆς ἀνθρωπίνης οἰκογενείας, εἰς τὴν ὁποίαν ἀνήκει τις. Ἐφόρεσε τότε τὴν πανοπλίαν τῆς γνώσεως, τῆς σκέψεως καὶ τῆς ἀποφάσεως, διάχρυσον ἀπὸ τ’ ἄφθαρτα κοσμήματα τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ χαρακτῆρος, καὶ ἐξώρμησεν εἰς τὸν ἀγῶνα ἐπὶ τοῦ κέλητος τῆς ἀδαμάστου ἐργατικότητος, ὑπὸ τὴν εὐλογίαν τοῦ Ἀττικοῦ ἡλίου, ὁ ὁποῖος εἶδε τὴν γέννησίν του. Ἀδιαφορῶν πρὸς τὰ εὐκολόσβυστα χειροκροτήματα τοῦ πλήθους, ἠγωνίσθη τὸν ἀγῶνα του ἐν ἀφανείᾳ, ἄνευ θορύβου καὶ ταπεινῆς ἐπιδείξεως, ἀντλῶν πλουσιοπάροχον ἀμοιβήν ἀπό τήν συνείδησιν τῆς ἐκτελέσεως τοῦ ἔργου του: εἶνε τοῦτο ὁ ἀνώτερος ἐγωϊσμός, ὁ δημιουργικός, τῶν ἀπὸ τὰ πλήθη καλουμένων ἀλτρουϊστῶν.

        Ὁ Ἰωάννης Δραγούμης ὑπῆρξε καὶ τοῦ λόγου Εργάτης δημιουργικός συνεπής πρὸς ἑαυτόν, ἀπηξίωσε πάντοτε να θεωρήσῃ τὸν λόγον ὡς ὑδρόμελι κατευνασμοῦ δίψης φιλολογικῆς· οὐδέποτε ἐχρησιμοποίησεν ἐπὶ ματαίῳ τὸ τιμαλφές αὐτὸ δῶρον, ἀλλ' ἔθεσεν αὐτὸ εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς τελετουργίας τοῦ ἔργου του. Διότι ἔργον, πρᾶξις ὑψηλή, ὑπῆρξεν ὁ λόγος του· ὁ Ἴδας ὑπῆρξε πάντοτε ὁ Ἰωάννης Δραγούμης.

       Ἀπὸ τῶν ἀδύτων βαθέων τοῦ εἶναί του ἐπίστευσεν εἰς τό ἑλληνικὸν ἰδεῶδες. Ἡ καλλιεργημένη διάνοιά του συνέλαβε διαυγή τὴν εἰκόνα του ἠσθάνθη ἰσχυρῶς ἡ καρδία του τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν ὑπεροχήν του˙ εἰς τὰς φλέβας του ἔσφυζε τὸ πῦρ τῆς δράσεως, ἀναρριπιζόμενον ἀπὸ πίστιν ἀκλόνητον. Ὅταν αὐτὰ συνυπάρχουν, φεύγει κατατροπούμενος ὁ δισταγμός, ἀποτρέπεται κατισχυμένη ἡ ἀμφιβολία, ἀποστρέφεται πρὸς τοὺς λιποψύχους ὁ σκεπτικισμός. Εἰς τὸ λάβαρον τοῦ ἀγῶνός του ἀπήστραπτεν ἡ εἰκών τοῦ ἑλληνικοῦ ἰδεώδου, καὶ ὥρμησε πρὸς τὸ στάδιον τῆς ὡραίας δράσεώς του, αὐτάρκης εἰς πίστιν καὶ ἡθικήν, ἀδιαφορῶν διὰ τοῦτο ἄν εἰς τό τέρμα θὰ συνήντα την Δόξαν ἢ τὴν πυρὰν τῆς Θυσίας, δαπανῶν διὰ τοῦτο τιμίως, εἰλικρινῶς, ὁλοκληρωτικῶς ἀνεπιφυλάκτως τὴν ἀρτίαν ζωήν του, ἀναζητῶν διὰ τοῦτο πᾶσαν χαράν, πᾶν θέλγητρον, πᾶσαν εὐτυχίαν εἰς τοὺς μόχθους του, τοὺς ὁποίους ποτέ εν ἐβάσκανεν ὁ κάματος.

          Πρόδρομος καὶ πρωταθλητής, κατηχητὴς καὶ εὐαγγελιστὴς τῆς πραγματώσεως ὡραίων ὀνείρων ἤρχισε τὴν καρποφόρον του δράσιν ἀπὸ τῶν ὑψιπέδων τῆς προγονικής του κοιτίδος. Περισυνέλεξε καὶ συνέταξε τὸν ἑλληνισμόν της, εἰς τὴν ἀναζωογόνησιν τοῦ ὁποίου προσέφερεν ἑαυτὸν ὁλοκαύτωμα ὁ ψυχικὸς ἀδελφός του Παῦλος Μελᾶς. Ἀφύπνισε καὶ ὠργάνωσεν εἰς δύναμιν θετικὴν τὴν ἑλληνικὴν μακεδονικήν συνείδησιν. Διῆλθε κατόπιν εἰς τὴν Θράκην, δαδοῦχος ἀφυπνιστής τῆς ἑλληνικότητός της, ρυθμιστής τοῦ ζωογονηθέντος ἑλληνικοῦ της σφυγμοῦ. Μελετήσας ὅσον οὐδεὶς τὰ βαλκανικὰ καὶ ἀνατολικά ζητήματα, ἐγνώρισεν ἐκ του σύνεγγυς την προπολεμικὴν τοῦ Αἵμου πραγματικότητα. Ἡ γνῶσις αὐτὴ νέα τῷ προσεκόμισεν ὅπλα διὰ τὸν τραχὺν καὶ κινδυνώδη ἀγῶνα του.

**

        Δὲν ἦτο, ὅμως ὁ Ἰωάννης Δραγούμης ἐθνικιστής κατὰ τὴν στενὴν τῆς λέξεως σημασίαν, σωβινιστής δηλαδή. Ὁ σωβινισμός προϋποθέτει φανατισμόν, ὁ δὲ φανατισμός τύφλωσιν ἢ ἀμβλυωπίαν διανοίας ἀκαλλιεργήτου. Ἦτο Ἕλλην κατ' ἐξοχήν, τοῦ ὁποίου τὸ διαυγές καὶ ἀσυσκότιστον ἐκ προκαταλήψεων πνεῦμα, ἀνοιχτὸν ἐνσυνειδήτως πρὸς τὴν ἐξέτασιν πάσης ἐθνικῆς καὶ κοινωνικῆς ἐξελίξεως, ἦτο πνεῦμα ἐλεύθερον, ἀνεκτικόν, προοδευτικόν. Ὁ Ἴδας ἀπεκάλυψεν εἰς τοὺς πολλοὺς τὸν Ἰωάννην Δραγούμην, τὸ ἐσώτερον βάθος του, τὴν πληρότητα τῆς σκέψεως αὐτοῦ.

       Ἑλληνισμὸς δὲν ἐσήμαινε δι’ αὐτὸν ἐπιφάνειαν μόνον γῆ, οἰκουμένης ὑπὸ Ἑλλήνων καὶ καταμετρουμένης εἰς πλέθρα· ἐλληνισμὸς ἦτο δι αὐτόν πρὸ παντὸς ὑψηλὸς σταθμὸς ἀναπτύξεως τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος, ἄνθησις ἰδιοτύπου ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ. Τὸ πολυποίκιλον μωσαϊκὸν τῶν ἐθνῶν τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ὑπὸ τὴν πνοὴν τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος καὶ τὴν ἐπίδρασιν τοῦ ἑλληνικοῦ ἀνατολικού πολιτισμοῦ μετεμορφώθη εἰς τὸ Ἑλληνικὸν Ἀνατολικόν Κράτος ἐκ τῆς ὑπερχιλιετοὺς ζωῆς τοῦ ὁποίου διεμορφώθη ὁ σύγχρονος ἑλληνισμός. Εἶνε τὸ πνεῦμα τοῦτο κατ ἐξοχὴν συνδετικόν καὶ οὐχὶ ἀποκλειστικόν, εἶνε αὐτὸς ὁ πολιτισμός ὑπερόχως ἀφομοιωτικὸς καὶ οὐχὶ ἀποκρουστικός. Και ἰδοῦ, κατά λογικὴν καὶ ἱστορικῶς ἀποδεδειγμένην συνέπειαν, τὸ δυνατὸν καὶ ἐπωφελὲς τῆς αὐτοτελοῦς συμπράξεως τῶν οἰκούντων τὴν Ἀνατολὴν λαῶν. Ἄν ταῦτα εἰς τοὺς ὀκνηροὺς τὴν σκέψιν φαίνονται χίμαιραι, οἱ δημιουργοί τῆς ἱστορίας στηλώνουν τὸ βλέμμα πρὸς τὰ βάθη τοῦ μέλλοντος· βλέποντες ἕν τέρμα δὲν παρεκκλίνουν τῆς διαγραφείσης κατευθύνσεως.

       Ἐπὶ τῆς ἑδραίας ταύτης ἀντιλήψεως ἐθεμελίωσεν ὁ Ἰωάννης Δραγούμης τὴν τετραετῆ ἐν Κωνσταντινουπόλει δρᾶσιν αὑτοῦ βοηθούμενος ἀπό ἐκλεκτούς συνεργάτας, ἄνευ τῆς ἀρωγῆς τοῦ ἀπαρασκεύου διὰ τοιαύτας πολιτικός ἀπόψεις Ἑλληνικοῦ Κράτους, συνέπηξε τὴν συσσωμάτωσιν τῶν χριστιανικῶν ἐθνοτήτων ὑπὸ τὴν παρὰ πασῶν ἀναγνωρισθεῖσαν αἰγίδα τοῦ Ἑλληνικοῦ Πατριαρχείου καὶ παρεσκεύασεν οὕτω τὴν ἀποκατάστασιν τῶν βαλκανικῶν λαῶν· οὕτως ἠνοίχθη ὁ δρόμος πρὸς τὴν μετέπειτα ἐξέλιξιν τῶν πραγμάτων τῆς Ἀνατολῆς.

        Μετὰ τοὺς βαλκανικούς πολέμους ἡ ἀδάμαστος ἐργατικότης του, ἄλλοτε ἐκ τοῦ μελετητηρίου του εἰς τὸ πολιτικὸν τμῆμα τοῦ ὑπουργείου τῶν Ἐξωτερικῶν, ἄλλοτε ἀπὸ τὰς πρωτευούσας τῆς Ἐσπερίας Εὐρώπης καὶ τελευταῖον ἀπὸ τὰς ὄχθας τοῦ Νεύα ηὔξανε διηνεκῶς τὴν πρὸς αὐτὸν ὀφειλὴν τῆς Ἑλλάδος. Αἱ πρῶται τραγικαί στιγμαί τῶν δοκιμασιῶν τῆς Πατρίδος τὸν εὗρον ἀγωνιζόμενον ἀπὸ τῶν ἐπάλξεων τῆς «Πολιτικής Ἐπιθεωρήσεως».

          Ἡ καταρρακώσασα τὴν πολιτικὴν τοῦ Κράτους αὐθυπαρξίαν ξενικὴ ἐπέμβασις, συνεκλόνισεν ἐκ βάθρων τὴν ἑλληνικήν του ψυχὴν καὶ ἡρμήνευσε τὴν κατέχουσαν οὐτὸν ἐξανάστασιν διὰ τῆς φωνῆς, ἡ ὁποία βαθύτατα ἀπήχησεν ἀνὰ τὸν Ἑλληνισμόν. Ἀπήχθη διὰ τοῦτο ὑπὸ τῶν κατακτητῶν εἰς τὴν ἐξορίαν τῆς Κορσικῆς, ὁπόθεν δὲν ἔπαυσε διαμαρτυρόμενος διὰ τὰ συντελεσθέντα.

       Μετὰ τὴν Κορσικήν ἡ Σκόπελος καὶ μετ’ αὐτὴν ἡ πρόσφατος ἀνὰ μέσον ἡμῶν δρᾶσις αὐτοῦ πρὸς παρασκευὴν καὶ ὀργάνωσιν τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ πολιτικοῦ ἀγῶνος, εἰς τὸν ὁποῖον κατέβαλλε τὴν ἠθικὴν καὶ διανοητικὴν πανοπλίαν του.

***

        Αὐτόν τόν ἄνθρωπον, αὐτὸν τὸν πολίτην, αὐτὸν τὸν στρατιώτην, αὑτόν τὸν Ἕλληνα ἐξήπλωσεν ἡ μαινὰς τῆς ὀχλαγωγίας εἰς τὸ Ἀττικόν χῶμα, τὸ ὁποῖον ἔπρεπε νὰ ποτίσῃ μὲ τὸ αἷμά του διὰ νὰ μὴ μείνῃ θυσία, τὴν ὁποίαν νὰ μὴ εἶχε προσφέρῃ εἰς τὴν Ἑλλάδα...

        Ἔπρεπεν εἰς αὐτὰς τὰς Αθήνας, αἱ ὁποῖαι ἀνέτειλαν, κατὰ τὸν ποιητήν, ἀπὸ τὰ βάθη τοῦ ὠκεανοῦ τῶν αἰώνων εἰς τὸ «γεννηθήτω φῶς» τῆς Ἐλευθερίας, νὰ πέσῃ ὡς σφάγιον ὁ μοχθήσας διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τόσων Ἑλλήνων.

        Ἄν εἶνε Ηλύσια διὰ τοὺς ἀγαθοὺς καὶ τοὺς ἐναρέτους, τοὺς ἤρωας καὶ τοὺς μάρτυρας, εἶνε αὐτὰ τὰ Ἠλύσια τῆς ἐθνικῆς ψυχῆς. Τοὺς ἀμαράντους ροδῶνας τῶν ἀρετῶν, ἀνά μέσον τῶν ὁποίων πλανῶνται μακάριαι αἱ σκιαί των, ποτίζουν καὶ συντηροῦν τὰ δάκρυα τῆς εὐλαβείας καὶ τῆς στοργῆς τὰ χυνόμενα εἰς τὴν ἀνάμνησιν αὐτῶν καὶ τοῦ ἔργου των. Εἴθε ἡ μνήμη τοῦ Ἰωάννη Δραγούμη ν’ ἀποβῇ γόνιμος εἰς τὰς ψυχὰς τῶν Ἑλλήνων. Εἴθε ἡ ἀνάμνησις τοῦ ἔργου του νὰ γείνῃ παρόρμησις διὰ τὸν νοῦν τὴν καρδίαν καὶ τὸν βραχίονα πολιτῶν ἐλευθέρων.

 

                                                                   Ν. ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ

 

 

* Το εντόπισα στην ομοιοτυπική έκδοση του 1920 Ο Ίων Δραγούμης εξόριστος του Ιωάν. Ηρ. Μάλλωση, σελ. 9-14, από τις εκδόσεις Πελασγός, 1992.

 


 

 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις